παραθεῖναι

παραθεῖναι
παρατίθημι
place beside
aor inf act

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • επιτραπέζιος — α, ο (AM ἐπιτραπέζιος, ον) αυτός που ανήκει στο τραπέζι ή τοποθετείται πάνω στο τραπέζι (α. «επιτραπέζια σκεύη, παιχνίδια» β. «ἐπιτραπέζιος λέξις τὸ παραθεῑναι», Ευστ.) μσν. το αρσ. ως ουσ. ὁ ἐπιτραπέζιος ο τραπεζοκόμος αρχ. 1. το ουδ. ως ουσ. τὸ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”